1999 - Ιωάννα Κ. Γιανναροπούλου
Συνοπτική Ιστορία της Δημητσάνας
Δ ι δ ά σ κ α λ ο ι κ α ι μ α θ ή μ α τ α αποτελούν τους βασικούς παράγοντες για τους πολλούς τίτλους της Σχολής της Δημητσάνας ως κύριοι μοχλοί για την καθόλου δικαίωσι της αποστολής της. Εγκατεστημένος στην Σμύρνη ο Γεώργιος – Γεράσιμος Γούνας εφοίτησε μεγάλος στην Σχολή της Ιωνικής πόλεως, που διηύθυνε ο Ιερόθεος ο κατ’ εξοχήν διδάσκαλος της εποχής. Ο Γεράσιμος συνέλαβε την ιδέα να ιδρύση Σχολή στην γενέτειρά του, συνεδέθη με τον επίσης μαθητή του Ιεροθέου συμπολίτη του Αγάπιο Λεονάρδο και έφυγαν το 1764 για την πατρίδα. Αυτοί και εδίδαξαν κατά τα πρώτα χρόνια, μέχρις ότου εγκατέστησαν τον νεώτερον Αγάπιο, με διδασκαλική δραστηριότητα τοποθετημένη στην δευτέρα περίοδο της λειτουργίας της Σχολής μετά τα Ορλωφικά. Ο Αγάπιος ο πρεσβύτερος, καθώς συνάγεται από διάφορες πηγές και από τη γνωριμία του με ανωτάτους κληρικούς και διδασκάλους, όπως οι συμπολίτες του Γρηγόριος Ε΄ και Αθανάσιος Μπουσιόπουλος διδάσκαλος Αθηνών, είχε βαθειά παίδευσι και καταπληκτικό ζήλο για τα γράμματα, πράγμα που επιβεβαιώνουν και όσα έγραψε και ετύπωσε. Ο νεώτερος Αγάπιος στην Σμύρνη εφοίτησε και αυτός και επελέγη από τους ιδρυτές της Σχολής για την πατρίδα. Ήταν ευσεβής, αυστηρός, αφωσιωμένος στο διδασκαλικό έργο. Εκράτησε γερά το πηδάλιο και είναι ο άνθρωπος που ανέδειξε την Σχολή ως λαμπρό παιδευτήριο, για μάθησι και φρονηματισμό. Μεταξύ των άλλων μαθητών της Σχολής οι πλέον αξιομνημόνευτοι είναι οι Καλλίνικος Καστόρχης, Δανιήλ Γεωργόπουλος, Αναγνώστης Ευαγγελίδης κ.ά., που εδίδάξαν κατόπιν.
Μαθητές της Σχολής Δημητσάνας υπήρξαν πολλοί και αυτός ο Ανδρούσης Ιωσήφ, ο Γρηγόριος Δικαίος – Παπαφλέσας, ο Τριπολιτσάς Δανιήλ. Ο τελευταίος ίδρυσε σχολείο στα Λαγκάδια, άλλοι μαθητές ίδρυσαν σχολεία σ’ άλλα μέρη, όπως π.χ. οι αδελφοί Γαβραίοι στην Βυτίνα, που διέπρεψαν, και άλλοι αλλού. Ενδιαφέρει να γίνη λόγος για τα διδασκόμενα μαθήματα στην Σχολή και για τον τρόπο και την μέθοδο διδασκαλίας.
Κατ’ αρχήν πρέπει να σημειωθή ότι δεν είμεθα επαρκώς πληροφορημένοι για την διάρθρωσι της παιδείας κατά την περίοδο της δουλείας για βασικά ζητήματα, δηλ. την διαίρεσι σε κύκλους και στάδια, την διάρκεια του καθενός και την κατανομή των μαθημάτων, προγράμματα, περιόδους εργασίας, σύστημα διδασκαλίας κλπ. Από διάφορες ενδείξεις αντλούμε ειδήσεις, ακόμη και για την ύλη των μαθημάτων, μέθοδο, μέσα και όργανα. Οι δύο βασικοί παράγοντες, που συνειργάζοντο στην επιτυχία της διδασκαλίας, ήσαν η μεγάλη αγάπη των διδασκάλων να μεταδώσουν τα φώτα τους και ο ακοίμητος πόθος των τροφίμων να μάθουν. Αυτά συνέδεαν τους δύο παράγοντες σε δεσμό, που συχνά παρέσυρε τον πρώτο μοχλό σε υπερβολική αυστηρότητα και ενελέητη συμπεριφορά, αφού εν είχαν σημειώσει σπουδαία πρόοδο οι παιδαγωγικές αρχές τότε.
Είχαν λοιπόν ως βασική αρχή της διδασκαλίας, να μάθουν οι τρόφιμοι καλά την αρχαία Ελληνική γλώσσα, για να μπορούν να κατανοούν τα κείμενα των αρχαίων και εκκλησιαστικών συγγραφέων. Η αρχαία Γραμματική και το Συντακτικό ήσαν τα βασικά κλειδιά και έδιναν σοβαρά προσοχή στην εκμάθησί τους. Κύριο βοήθημα ήταν η πασίγνωστη – μοναδική τυπωμένη Γραμματική (από το 1516) του Θεοδώρου Γαζή, αλλά και των Μαυροκορδάτου και Σαράφη. Η μέθοδος Γαζή είχε εισαγάγει την κατά «πεύσιν και απόκρισιν» διδασκαλία. Οι διδάσκαλοι στην Δημητσάνα ακολουθούσαν και μεικτή μέθοδο, δηλ. σύστημα απλούστερο για τους αρχαρίους, πολυπλοκώτερο για τους προχωρημένους. Επέμεναν δηλ. οι διδάσκαλοι με συνεχή άσκησι στο να εξοικειωθούν οι μαθητές στο τυπικό, στην σύνθεσι, το ετυμολογικό, την σύνταξι, την ποικιλία σχημάτων και σχηματισμών εκφράσεως και στον πλούτο του λεξιλογίου.
Ενδιαφέρει να εξηγηθή, πως εννοούσαν οι διδάσκαλοι της Δημητσάνας την άσκησι, που ήταν προσπάθεια εφαρμογής των διδασκομένων θεωρητικώς κανόνων με θεματογραφία και διαλόγους. Επομένως έχομε πρακτική εφαρμογή της θεωρητικής διδασκαλίας. Κάτι περισσότερο όμως επεδίωκαν με το σύστημα. Η αποστήθισις αποφθεγμάτων και παραγγελμάτων με κύρος και αξία προσέφερε αποστάγματα καθαρού πνεύματος. Από σωζόμενα μαθηματάρια της Σχολής παίρνομε χρήσιμο υλικό μ’ επιλογή αποσπασμάτων από αρχαία κείμενα και μεταφορά στον Νεοελληνικό λόγο. «Από περισωθέντα της Σχολής χειρόγραφα πιστούται ότι οι απλοϊκοί της Σχολής διδάσκαλοι του 18ου αιώνος υπήρξαν και παιδαγωγοί σοφοί, γιατί κατενόησαν το πρόβλημα της επιτυχούς γλωσσικής διδασκαλίας δια της συνεχούς μέχρι καμάτου ασκήσεως», αποφαίνεται ειδικός μελετητής της Ιστορίας της Σχολής.
Για την επιλογή της διδασκομένης ύλης από τα αρχαία και μεσαιωνικά έργα ακολουθήθηκε σοφή μέθοδος. Πρώτα – πρώτα εδιδάσκοντο μύθοι, που είχαν βατό και ενδιαφέρον και διδακτικό κείμενο. Από τους αρχαίους ρήτορες εδιδάσκοντο λόγοι του Δημοσθένους και από τους μεταγενέστερους πεζογράφους ο Λουκιανός και ο Πλούταρχος. Εύληπτος συγραφεύς μεταγενέστερος ήταν ο Ηρωδιανός, με κατάλληλο κείμενο γι’ αρχαρίους. Σε χειρόγραφα της Σχολής και έντυπα της Βιβλιοθήκης της υπήρχαν έργα αυτών των συγγραφέων. Το πρόγραμμα της Σχολής περιελάμβανε έργα ποιητικά και Φιλοσοφίας. Εκτός από τον Όμηρο, εδιδάσκετο κατά προτίμησι γνωμική ποίησις, λόγω της ηθικής διδασκαλίας που περιείχε. Αποσπάσματα κα αποφθέγματα των επτά σοφών, ελεγείες και συναφή έργα Σόλωνος, Θεόγνιδος, Δημοκράτους, Κάτωνος. Οι τραγικοί δεν φαίνεται ότι έμπαιναν στο πρόγραμμα, ίσως γιατί ο μύθος προσέκρουε στα ήθη της εποχής και ο τραγικός λόγος ήταν δυσνόητος, με περιεχόμενο που ήταν δύσκολο ν’ αφομοιωθή.
Συναφή μαθήματα προς την αρχαιογνωσία με την διδασκαλία των συγγραφέων ήσαν η Μετρική, η Ποιητική. Για την Μετρική εχρησιμοποιείτο το εγχειρίδιο του Γερασίμου Βλάχου, για την Ποιητική σύγγραμμα του Θεοφίλου Κορυδαλλέως. Δεν παρέλειπαν την διδασκαλία Μουσικής και υπήρχαν βοηθήματα και χειρόγραφα έργα, όπως και για τ’ άλλα μαθήματα.
Η μ έ θ ο δ ο ς για την γλωσσική διδασκαλία ήταν η επικρατούσα ψυχαγωγική, που καταταλαιπωρούσε τους τροφίμους, με την ατελείωτη παράταξι συνωνύμων στα διάστιχα του κειμένου επιμελώς γραμμένου. Δεν περιέσωσαν χειρόγραφα σχολιασμό των κειμένων, ούτε γραμματικών και συντακτικών φαινομένων ούτε για αισθητικά προβλήματα. Ποια ήταν η ωφέλεια της συσσωρεύσεως των συνωνύμων δεν συνάγεται εκ πρώτης όψεως, δεν φαίνεται όμως πιθανόν ότι με αυτήν έπαιρνε τέλος κάθε ερμηνευτική προσπάθεια της διδασκαλίας. Η ψυχαγωγία πρέπει ν’ απέβλεπε στο να οξύνη την σκέψι του μαθητού, όχι και να δώση την αξία του κειμένου, γι’ αυτό μάλλον είχε εφαρμογή στους αρχαρίους, για τους οποίους και προωρίζοντο οι σχετικοί διάλογοι, που θα κατέληγαν σε απομνημόνευσι αποσπασμάτων κειμένων με μηνύματα και άλλον πλούτο.
Ίση μοίρα με τους αρχαίους συγγραφείς κατείχαν στο πρόγραμμα διδασκαλίας στην Σχολή Δημητσάνας και οι Βυζαντινοί. Με αυτούς επεδίωκαν την επαφή με το χριστιανικό πνεύμα. Υπήρχε και εδώ διάστιχος ψυχαγωγία με το πλήθος των συνωνύμων. Σ’ εσχάτη ανάλυσι και στ’ αρχαία και στα βυζαντινά κείμενα κατέβαλλαν προσπάθεια γι’ ανθολόγησι. Άτακτη βέβαια, χρησίμων φράσεων, που εξεκινούσαν από την γλωσσική διδασκαλία και ωδηγούσαν στην αποκόμισι μορφωτικών αποσπασμάτων, δια της αποστηθίσεως, οπότε αχρηστευόταν η επαχθής ψυχαγωγία της ασκήσεως και απέμενε σοβαρόν όφελος το μορφωτικό περιεχόμενο από τα επιμελώς ανθολογούμενα και διδασκόμενα κείμενα.
Τα Πατερικά κείμενα κατείχαν την πρώτη θέσι στο πρόγραμμα διδασκαλίας μεσαιωνικών συγγραφέων. Τα κείμενα των Πατέρων οποιασδήποτε μορφής δεν ανήκαν στον κύκλο των θρησκευτικών μαθημάτων αλλά της αρχαιογνωσίας, γιατ’ είχαν ανάγκη γλωσσικής επεξεργασίας και ερμηνείας. Κείμενα του Ιωάννου Χρυσοστόμου κατά προτίμησι εχρησιμοποιούσαν είτε και με την ψυχαγωγική μέθοδο και κατ’ ερωταπόκρισιν, είτε με νεοελληνική απόδοσι. Κατά δεύτερον λόγο από χειρόγραφα μαρτυρείται η ερμηνεία έργων του Γρηγορίου Ναζιανζηνού, μάλιστα δε τα παραινετικά γνωμικά τετράστιχα κατ’ αλφάβητον, τα δίστιχα και μονόστιχα και τα επιγράμματα. Αλλ’ η Βυζαντινή γραμματεία είχε θέσι και με έργα άλλων συγγραφέων, όπως του Εφραίμ του Σύρου, Συνεσίου του φιλοσόφου από Κυρήνη κ.ά.
Η Εκκλησιαστική Ποίησις ήταν φυσικόν να διεκδική θέσι στα σχολεία της Τουρκοκρατίας. Δεν υπάρχει δυνατότης ν’ αξιολογηθή η επιλογή των κειμένων με τον τρόπο που είναι σκορπισμένα τα κείμενα στα χειρόγραφα της Σχολής. Τα βασικά λειτουργικά τεμάχια στην πρακτική της Εκκλησίας είχαν θέσι ψυχαγωγικής ερμηνείας. Από τους Αναβαθμούς των ήχων, την Υπακοή, το Κοντάκιο, τον Οίκο, το Εξαποστειλάριο, έφθαναν στους εκτενείς Κανόνες των εορτών, στα έργα του Ιωάννου Δαμασκηνού, Ανδρέα Κρήτης, Κοσμά του Μαϊουμά, Ρωμανού του Μελωδού. Όχι λιγώτερο εχρησιμοποιούσαν τους Παρακλητικούς Κανόνες, τα Μεγαλυνάρια, τ’ Απολυτίκια και τις Ακολουθίες διαφόρων αγίων. Ομολογουμένως η ψυχαγωγία εβοηθούσε να γίνη προσιτό το δύσκολο αρχαιοπρεπές κείμενο.
Κάποιος λόγος μπορεί να γίνεται για μεταγενέστερη λογοτεχνία, για κατά στοιχείον γνώμες μονόστιχες του Χρυσολωρά, για επιστολογραφία, γι’ αλφαβήτους. Όσον για την καθαρώς θρησκευτικού περιεχομένου διδασκαλία μαθημάτων, αυτή είχε ανάλογη έκτασι, στρεφομένη στην Παλ.και Καινή Διαθήκη, σε δογματικά ζητήματα και σε ότι αναφερόταν στον καθόλου χριστιανικό βίο, τις προσωπικότητες, τις ηθικές αξίες, τις εορτές και τους επ’ αυτών λόγους. Πλήθος χειρογράφων αναφέρεται σ’ αυτά τα θέματα, με βοηθητικά κείμενα διαφόρων γνωστών συγγραφέων. Σχετικά με την χριστιανική και λοιπή Φιλοσοφία ο λόγος περιωριζόταν στ’ απαραίτητα, χωρίς συστηματική διδασκαλία Φιλοσοφίας, δηλ. σε στοιχεία Λογικής, Μεταφυσικής και πρακτικής Φιλοσοφίας, όπως μαρτυρούν μερικά χειρογρφα της Σχολής με ανθολόγησι κειμένων. Αξιομνημόνευση είναι η κατ’ αλφάβητον κατανυκτική ευχή εις την Θεοτόκον, της οποίας μεταφέρεται η αρχή από την ειδική μελέτη Γριτσοπούλου περί Σχολής Δημητσάνης (σ.115).
Η Ιστορία δεν είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη των διδασκάλων και σχεδόν έλειπε από το πρόγραμμα διδασκαλίας. Δεν έλειπαν όμως οι ευρύτερες θετικές επιστήμες στην διδασκαλία της Σχολής, η Φυσική, τα Μαθηματικά, σ’ όλους τους κλάδους. Αριθμητική, Ευκλείδειος Γεωμετρία, Γενική Φυσική, δηλ. Φυσική Ιστορία, Ορυκτολογία, Φυτολογία, Ζωολογία και κυρίως Φυσική, δηλ. Φυσική Πειραματική και Χημική Φυσική και Μερική Φυσική, δηλ. Αστρονομία, Κοσμογραφία, Μαθηματική Γεωγραφία. Από την μαρτυρία χειρογράφων διαπιστώνεται η διδασκαλία αυτών των μαθημάτων και σε πολλά σημεία πληροφορούμεθα αναλυτικά για την μέθοδο διδασκαλίας και την επίδοσι των μαθητών. Από χειρόγραφο μαθαίνομε ότι εδιδάσκετο Ποσοτική, που περιείχε θέματα Αλγέβρας, Γεωμετρίας και Τριγωνομετρίας, είναι δε πολύτιμο το χειρόγραφο γιατί δίνει αναλυτικά το περιεχόμενο του μαθήματος.
Τ ο Σ υ μ π έ ρ α σ μ α της αναδρομής στα της λειτουργίας της Σχολής Δημητσάνας μπορεί να είναι σαφές. Ποικιλία μαθημάτων απέβλεπε στην ικανοποίησι των βασικών σκοπών της αγωγής. Εισαγωγή στους διαφόρους κύκλους διαφερόντων, με απόκτησι ωρισμένων γνώσεων και με την αναστροφή διδάσκοντος και διδασκομένων η ψυχική καλλιέργεια των μαθητών. Ότι στην σπονδυλική στήλη των μαθημάτων εκρατούσε η διδασκαλία των Ελληνικών και Θρησκευτικών μαθημάτων, είναι αναμφισβήτητο. Αλλά δεν ήταν απλώς ξηρά διδασκαλία περιωρισμένου διαφέροντος και αποκλεισμός των λοιπών μαθημάτων. Όλα μαζί τα μαθήματα είχαν σαφή αποστολή, να οξύνουν τον νουν των νέων, να τους δημιουργούν απορίες και ανησυχίες, να τους καθοδηγούν στο να ευρίσκουν λύσεις στ’ ανακύπτοντα προβλήματα της ζωής.
Σε κανένα χειρόγραφο δεν υπάρχουν σημειώσεις ηττοπάθειας και πειθαρχίας στους κρατούντες. Κανένα μάθημα δεν απέβλεπε στην συνέχισι της δουλείας και υποταγής στα κελεύσματα των κατακτητών. Με τα χριστιανικά γράμματα εμάθαιναν οι νέοι να είναι καλοί χριστιανοί. Με τα μαθήματα αρχαιογνωσίας εμάθαιναν να είναι υπερήφανοι, που ήσαν Έλληνες, κληρονόμοι της αρχαίας σοφίας. Οι αρχαίοι επίστευαν και έκαναν αγώνες για την ελευθερία και την δημοκρατία. Οι μάρτυρες εθυσιάσθηκαν για την ορθή πίστι και την Μ. Εκκλησία. Οι συγγραφείς εξυμνούσαν ακριβώς τους ήρωες και τους χριστιανούς, που εθεωρούντο ως αδελφοί. Κάτι από όλα αυτά μέσω της διδασκαλίας είχαν ν’ αποκομίσουν οι διδασκόμενοι, έστω μ’ επαχθή μέθοδο διδασκαλίας. Όταν η παιδεία εγενικεύθη και το Έθνος αφυπνίσθη, κατενόησε ότι η Ελευθερία δεν θα ερχόταν στην αρχαία πατρίδα της με την βοήθεια των ξένων και μόνον με προσευχές, προσδοκίες και ατολμία. Μέσα τους έγινε ένα ξύπνημα, εσυνειδητοποίησαν δηλ. ότι με τα όπλα στο χέρι θα διώξουν τους ξένους κυριάρχους της χώρας τους. Αυτού του είδους παιδεία επρόσφεραν η Σχολή της Δημητσάνας και οι άλλες όμοιες.
Αξιολογήστε τη Σελίδα